Μαυροπετρίτης (Falco eleonorae)
Έχει ύψος 38 εκ. και είναι σπάνιο γεράκι που ζει στη Μεσόγειο. Φωλιάζει σε νησιά του Αιγαίου και στο Ταΰγετο, ενώ συχνά κυνηγάει σε ομάδες.
Παρατηρήθηκε για πρώτη φορά στη Σαρδηνία το 1830 και ονομάστηκε Falco eleonorae προς τιμήν της πριγκίπισσας της Σαρδηνίας Ελεονόρα Ντ' Αρμπορέα !!!
Κάθε άνοιξη το γεράκι έρχεται από τη μακρινή Μαδαγασκάρη και έχουν για λεία τους τα εκατομμύρια πουλιά που περνούν από τη Μεσόγειο μεταναστεύοντας από την Ευρώπη προς την Αφρική. Οι μαυροπετρίτες είναι από τα λίγα γεράκια που φωλιάζουν σε αποικίες σε απόκρημνες πλαγιές δίπλα στη θάλασσα !!!
Πως θα τον αναγνωρίσουμε: Μήκους 36-40 εκατοστών, έχει άνοιγμα φτερών 110-130 εκατοστά.
Είναι είδος διμορφικό, εμφανίζεται δηλαδή με δύο διαφορετικές μορφές. Συναντάμε πουλιά που το φτέρωμα τους είναι ομοιόμορφα μαύρο, όπως το εικονιζόμενο στη φωτογραφία και άλλα που ο λαιμός του είναι λευκός, με χαρακτηριστικό μαύρο μουστάκι και η κοιλιά τους ανοιχτόχρωμη με καφέ στίγματα όπως αυτό της φωτογραφίας που ακολουθεί. Ο Μαυροπετρίτης καθυστερεί τη γέννηση των αυγών του, δύο ή τρία, ως τον Αύγουστο για να εκμεταλλευθεί το πέρασμα των μικρών αποδημητικών πουλιών, μέχρι μεγέθους τσαλαπετεινού, με τα οποία θα ταίσει τους νεοσσούς του!
Πολλοί Μαυροπετρίτες σκοτώνονται κάθε χρόνο κατά τη φθινοπωρινή μετανάστευση προς την Ανατολική Αφρική, που συμπίπτει με την κυνηγετική περίοδο. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν ψαράδες που τρέφονται με τους νεοσσούς του. Τουρίστες που καταφθάνουν στα άγονα νησιά, αναστατώνουν τις φωλιές από περιέργεια και οι γονείς αναγκάζονται, τρομαγμένοι, να εγκαταλείψουν τα αυγά τους στο έλεος των ποντικιών και του καυτού ήλιου.
Απειλείται με εξαφάνιση.
Ο Μαυροπετρίτης είναι ένα σκουρόχρωμο, μεσαίου μεγέθους μεταναστευτικό γεράκι με μακριές φτερούγες το οποίο εμφανίζεται στη Μεσόγειο τον Απρίλιο, επιστρέφοντας από τις περιοχές διαχείμασης του στην Ανατολική Αφρική και ιδιαίτερα τη Μαδαγασκάρη (Cramp & Simmons 1980, Beaman & Madge 1998 και Clark 1999). Τα ενήλικα απαντώνται σε δύο χρωματικές φάσεις: μία σκούρα, σχεδόν ολόμαυρη και μία, πιο συνηθισμένη, ανοιχτή φάση στην οποία το σώμα είναι ανοιχτό καστανοκόκκινο με επιμήκεις ραβδώσεις. Πάντως, σε συνθήκες πεδίου ακόμη και η ανοιχτόχρωμη φάση δείχνει ένα πολύ σκούρο, σχεδόν μαύρο πουλί. Έχει αγελαίες συνήθειες ενώ μεμονωμένα άτομα μπορούν να μπερδευτούν με τον Πετρίτη (Falco peregrinus), που είναι όμως πιο γεροδεμένος και με πιο κοντή ουρά.
Η Ελλάδα θεωρείται ως η πιο σημαντική χώρα για τη διατήρηση και την επιβίωση του Μαυροπετρίτη αφού γνωρίζουμε πλέον ότι φιλοξενεί κατά την περίοδο της αναπαραγωγής πάνω από το 85% του παγκόσμιου πληθυσμού (Dimalexis et al 2007) που εκτιμάται στα 14,700 – 15,400 ζευγάρια. Παλαιότερες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για το 70% (Walter 1979) και το 75% του παγκόσμιου πληθυσμού, το ένα τρίτο του οποίου αναπαράγεται στις νησίδες της Κρήτης (BirdLife International 1999, Ristow 1991).
Στην Ελλάδα ο Μαυροπετρίτης εμφανίζεται από τον Απρίλιο με τα μεγαλύτερα σε ηλικία άτομα να ζευγαρώνουν και να καταλαμβάνουν θέσεις φωλιάσματος σχηματίζοντας χαλαρές αποικίες ήδη από το Μάη. Εξαιτίας όμως της χαμηλής διαθεσιμότητας τροφής στις περιοχές φωλιάσματος, κυνηγά συνήθως σε μεγάλες αποστάσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας και μόνον μερικά άτομα επιστρέφουν στις αποικίες τη νύχτα. Πράγματι, τη συγκεκριμένη περίοδο θεωρείται ότι η έκταση στην οποία δραστηριοποιούνται τα γεράκια μιας αποικίας μπορεί να ξεπερνά τα 1.000 km2. Έτσι, στην αρχή της αναπαραγωγικής περιόδου Μαυροπετρίτες μπορεί να παρατηρηθούν και στην ηπειρωτική Ελλάδα ακόμη και σε ψηλά βουνά μακριά από τις ακτές διότι, τα νησιά που φιλοξενούν αναπαραγωγικές αποικίες δεν μπορούν να στηρίξουν με τροφή τα άτομα. Μάλιστα ώριμα άτομα που περιπλανιούνται στην ηπειρωτική Ελλάδα μπορεί να μπερδευτούν και με άλλα είδη γερακιών.
Η δίαιτα του Μαυροπετρίτη μέχρι και τα τέλη Ιουλίου οπότε έχει ολοκληρωθεί η ωοτοκία, αποτελείται κυρίως από μεγάλα έντομα όπως πεταλούδες, ιπτάμενα μυρμήγκια, λιβελλούλες, τζιτζίκια και σκαθάρια τα οποία συλλαμβάνει στον αέρα με τα νύχια του, επάνω από τα νησιά ή τη θάλασσα (Ristow & Wink 1994, Ristow 2001). Κατά τη διάρκεια της επόμενης περιόδου και μέχρι τον Οκτώβριο, τρέφεται αποκλειστικά με μεταναστευτικά πουλιά, μία πηγή τροφής που, θεωρητικά, είναι ανεξάντλητη.
Μετά την αναπαραγωγή του, δηλαδή κατά το τέλος Οκτώβρη με αρχές Νοέμβρη, πετά προς Ανατολική Αφρική και ιδιαίτερα Μαδαγασκάρη όπου διαχειμάζει επιστρέφοντας σε μια κατά βάση εντομοφαγική δίαιτα.
Αναπαραγωγή: To ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Μαυροπετρίτη είναι ότι αναπαράγεται πολύ πιο αργά σε σχέση με τα άλλα πουλιά.
Συγκεκριμένα η αναπαραγωγική του περίοδος αρχίζει πολύ πιο καθυστερημένα (Ιούλιο) εν συγκρίσει με τα άλλα μεταναστευτικά πουλιά με συνέπεια να μπορεί να συμπεριλάβει στη διατροφή του την πληθώρα των μεταναστευτικών ειδών ορνιθοπανίδας που πετούν πάνω από τη λεκάνη της Μεσογείου κατά τα τέλη του Καλοκαιριού και με κατεύθυνση προς Νότο (Walter 1979, Wink et al. 1991). Για το λόγο αυτό, από τον Αύγουστο μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου δεν παρατηρούνται γενικά μετακινήσεις του Μαυροπετρίτη μεταξύ του νησιού που αναπαράγεται και της ηπειρωτικής χώρας, -με εξαίρεση τις ημέρες με άπνοια (Ristow et al. 1983)- αφού τα ώριμα άτομα και οι νεοσσοί τρέφονται με πουλιά από το φθινοπωρινό μεταναστευτικό κύμα.
Το είδος φωλιάζει βασικά σε φυσικές κοιλότητες βράχων που εντοπίζονται σε μικρές νησίδες, σε γκρεμούς νησίδων και μεγαλύτερων νησιών αλλά και σε εσωτερικά βράχια. Μάλιστα θεωρείται ότι παρουσιάζει σταθερή χρήση της θέσης φωλιάσματος και μονογαμικές συνήθειες, αλλά σύμφωνα πάντα με τα υπάρχοντα στοιχεία, παρουσιάζεται το φαινόμενο του διασκορπισμού των νεαρών κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Έτσι σύμφωνα με τον Ristow et al. (1979) περίπου το 90% των νεαρών ατόμων που δεν αναπαράγονται κατά τα πρώτα 2 με 3 χρόνια της ζωής τους απουσιάζουν από την αποικία καταγωγής τους κατά την περίοδο από Μάιο-Οκτώβριο αλλά εγκαθίστανται σ’ αυτήν τα επόμενα χρόνια.
Κάθε ζευγάρι Μαυροπετρίτη γεννά από 1 έως 3 αυγά ενώ οι νεοσσοί εκκολάπτονται τέλη Αυγούστου, οπότε υπάρχει όπως προαναφέρθηκε ένα τεράστιο μεταναστευτικό ρεύμα πουλιών που παρέχουν μία εύκολα προσβάσιμη και άφθονη πηγή τροφής. Οι νεοσσοί πτερώνονται μετά από 35 μέρες και έτσι, από τα μέσα Οκτωβρίου οι πληθυσμοί αρχίζουν να μεταναστεύουν προς την Ανατολική Αφρική και τη Μαδαγασκάρη όπου διαχειμάζουν.