Χρυσογέρακο
Το Χρυσογέρακο είναι πτηνό της οικογένειας των Ιερακίδων. Το όνομα Χρυσογέρακας προέρχεται από το χαρακτηριστικό χρώμα στο πάνω μέρος του κεφαλιού. Μήκους 30-60 εκατοστών, με πολύ μακριές και μυτερές φτερούγες με άνοιγμα 60 εώς 120 εκατοστά και μακριά ουρά. Όπως σε όλα σχεδόν τα αρπακτικά το θηλυκό είναι πιο μεγαλόσωμο από το αρσενικό. Το φτέρωμα του ανάλογα με το υποείδος: το χρώμα της ράχης μέχρι την ουρά ποικίλει από σκούρο μπλε έως γκρίζο, το στήθος και η κοιλιά είναι διάστικτο (καφέ) ανοικτό, το τελείωμα της ουράς του είναι λευκό. Χαρακτηριστικό του χρυσογέρακα όπως και σε όλα τα Long Wing ή Υψηλής Πτήσης αρπακτικά είναι το μαύρο ή πολύ σκούρο χρώμα με τη μορφή γραμμής που καλύπτει τα μάτια εώς και το κάτω μέρος του κεφαλιού. Τα ανήλικα, σκούρο καστανό με ραβδώσεις σε όλο σχεδόν το σώμα. Το βάρος των ενηλίκων είναι 450 εώς 600 γραμμάρια για τα αρσενικά και 600 εώς 800 γραμμάρια για τα θηλυκά.
Ο Χρυσογέρακας απαντάται σε ανοιχτές περιοχές με χαμηλή βλάστηση αλλά όχι σε όλη την ελληνική επικράτεια. Φωλιάζει κυρίως σε απότομους βράχους ή πάνω σε δέντρα που εποπτεύουν σε μια μεγάλη έκταση. Οι κυρίως βιότοποι του βρίσκονται στην βόρεια Αφρική, στα νησιά του Αιγαίου, στην ανατολική Πελοπόννησο, στη βόρεια Ελλάδα, στην Κύπρο και στη βόρεια Τουρκία (νότια παράλια της Μαύρης Θάλασσας). Πρόκειται για μεταναστευτικό πουλί που ξεχειμωνιάζει στα νοτιότερα σημεία παρουσίας του και τους ανοιξιάτικους και καλοκαιρινούς μήνες ανεβαίνει βορειότερα όπως στην χώρα μας.
Διατροφή:
Τρέφεται κυρίως με πουλιά που σε μέγεθος μπορεί να είναι μεγαλύτερα από αυτό. Ακόμα είναι ένα από τα ελάχιστα Υψηλής Πτήσης αρπακτικά που επιτίθεται σε μικρά θηλαστικά αλλά και σε ερπετά (σαύρες κυρίως). Στον Χρυσογέρακα βρίσκουμε έναν μοναδικό τρόπο κυνηγιού σε ζεύγη: Το θηλυκό λόγω της μεγάλης έκτασης των φτερών του και του μεγέθους του, πετάει πολύ χαμηλά στο έδαφος με ταχύτητα και πολλές φορές και πάνω από την γραμμή των δέντρων, προκαλώντας σύγχυση και πανικό στα πουλιά. Τότε το αρσενικό, που πετά ακριβώς πίσω του αλλά ψηλότερα, εφορμά κάθετα και με συνεργασία του θηλυκού συλλαμβάνουν το θήραμα. Τα είδη που προτιμούν είναι μικρά πουλιά αλλά και μεγαλύτερα όπως η τσίχλα, το κοτσύφι και πολλές φορές πέρδικες, μπεκάτσες. Έχουν παρατηρηθεί επιθέσεις ακόμα και σε κορακοειδή. Η μεγάλη ευκινησία που διαθέτουν λόγω της μεγάλης έκτασης των φτερών και της μεγάλης ουράς τα καθιστά ικανά να επιτεθούν ακόμα και σε νυχτερίδες με σημαντικό ποσοστό επιτυχίας.
Αναπαραγωγή:
Το ζευγάρωμα ξεκινά Απρίλιο ή Μάιο, με πτητικές επιδείξεις και κακαρίσματα, από ένα υψηλόφωνο κακάρισμα ως ένα λεπτό σφύριγμα. Το θηλυκό αποθέτει 3-5 αβγά τα οποία κλωσάει κυρίως το θηλυκό, με τη βοήθεια συχνά και του αρσενικού που έχει και την ευθύνη τροφής του συντρόφου του επί 25-38 μέρες. Η πρώτη, αναγνωριστική πτήση των νεοσσών, τους οποίους φροντίζουν και οι δύο γονείς, γίνεται μετά 40-50 μέρες. Στη συνέχεια η εκπαίδευση των νεοσσών κρατάει έως και 2 μήνες ακόμα και με ζωντανά θηράματα που κουβαλούν οι γονείς στη φωλιά.